- φύγετε
- φεύγωfleeaor imperat act 2nd plφεύγωfleeaor ind act 2nd pl (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
φύγετ' — φύγετε , φεύγω flee aor imperat act 2nd pl φύγετο , φεύγω flee aor ind mid 3rd sg (homeric ionic) φύγετε , φεύγω flee aor ind act 2nd pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Aorist — Der Aorist (griechisch ἀόριστος aoristos „die unbestimmte [Zeit]“[1]) ist in einigen indogermanischen Sprachen ein Tempus der Vergangenheit. Im Gegensatz zu anderen Vergangenheitstempora wie beispielsweise dem Imperfekt oder dem Perfekt… … Deutsch Wikipedia
Aoristischer Aspekt — Der Aorist (griechisch ἀόριστος aoristos „die unbestimmte [Zeit]“[1]) ist in einigen indogermanischen Sprachen ein Tempus der Vergangenheit, das den perfektiven oder aoristischen Verbalaspekt beinhaltet. Anders als Zeitformen beziehen sich… … Deutsch Wikipedia
бѣжати — БѢЖ|АТИ (456), ОУ, ИТЬ гл. 1.Бежать, передвигаться бегом: ѥгда же то грѩдущеѥ видѣ издалеча зосиму начатъ тещи и бѣжати в нутренюю пустыню. зосима же забы свою старость. и труды путны˫а. быстро течаше. хотѩ постигнути бѣжаше. СбЧуд XIV, 60б; горе … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
άμε — (πληθ. άμετε και αμέτε πήγαινε, φύγε (πληθ. πηγαίνετε, φύγετε). [ΕΤΥΜΟΛ. Μόριο παρακελευσματικό, β΄ πρόσωπο ενικού και πληθυντικού (άμε, άμετε). Ετυμολογικά οι τ. άμε άμετε είναι ρηματικής προελεύσεως. Συγκεκριμένα το μόριο άμε προήλθε από την… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Ναυπλίου — Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ναυπλίου βρίσκεται στη δυτική πλευρά της κεντρικής πλατείας της παλαιάς πόλης του Ναυπλίου, της πλατείας Συντάγματος. Το τριώροφο κτίριο που στεγάζει το μουσείο χτίστηκε το 17ο αι., στη διάρκεια της Ενετοκρατίας, και… … Dictionary of Greek
παραδώ — και παραδώθε επίρρ. τοπ., πιο κοντά, πιο εδώ, καταδώ: Φύγετε απ εκεί, ελάτε παραδώθε … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)